Η αιγοτροφία (μαζί με την προβατοτροφία) στην Ελλάδα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κλάδους της ζωικής παραγωγής. Οι γαιοφυσικές και οικονομικές συνθήκες της χώρας μας ευνοούσαν ανέκαθεν την ανάπτυξη της αιγοτροφίας. Το γίδινο γάλα και κρέας αποτελούσαν πάντα σημαντική πηγή πρωτεϊνών ζωικής προέλευσης για τους Έλληνες, που τους συνόδευε από κοντά στη μακραίωνη ιστορία τους με αμείωτη ένταση.. Ο αριθμός των ασχολούμενων με τον κλάδο νέων αιγοτρόφων, λόγω και των δύσκολων συνθηκών παραγωγής ή διαβίωσης, δεν είναι αρκετά μεγάλος, ώστε να αντικαταστήσει τους ήδη ηλικιωμένους αιγοτρόφους, που πρόκειται να αποσυρθούν από το επάγγελμα.
Οι εκτρεφόμενες στη χώρα μας αίγες στη μεγάλη τους πλειονότητα (>70%) ανήκουν στην εγχώρια ελληνική αίγα του τύπου Capra Prisca. Εκτρέφεται, επίσης, μικρός αριθμός (10,0%) καθαρόαιμων αιγών των φυλών Saanen, Alpine, και Toggenburg, καθώς και σημαντικός αριθμός (>25%) μιγάδων των φυλών αυτών και της φυλής Maltese με εγχώριες ελληνικές αίγες. Το εφαρμοζόμενο σύστημα εκτροφής είναι εντατικό ή ημιεντατικό για τις εγχώριες ελληνικές αίγες και τις μιγάδες και εντατικό για τις αίγες των καθαρόαιμων φυλών. Σημαντικός, όμως, αριθμός αιγών εκτρέφεται οικόσιτα. Έτσι, ανάλογα με το εφαρμοζόμενο σύστημα εκτροφής, οι ελληνικές αίγες διακρίνονται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες, οι οποίες είναι οι εξής:

  1. Οικόσιτα
  2. Μη ποιμενικά μετακινούμενα
  3. Ποιμενικά μετακινούμενα

Στη χώρα μας, η Περιφέρεια Θεσσαλίας κατέχει το μεγαλύτερο ποσοστό της ελληνικής παραγωγής αίγιου γάλακτος. Ειδικότερα, στη Θεσσαλία εκτρέφονται περίπου 3 εκατ. αιγοπρόβατα (εκ των οποίων περίπου 500 χιλιάδες βρίσκονται στην Ελασσόνα). Σύμφωνα με τους κτηνοτρόφους, ένας ικανοποιητικός αριθμός κατσικιών προκειμένου να ξεκινήσει κάποιος μία μονάδα και να είναι βιώσιμη, θα πρέπει να είναι γύρω στα 200. Η τιμή του κάθε ζώου κοστίζει από 100 μέχρι 120 ευρώ για τις κρεατοπαραγωγικές και μέχρι 150 ευρώ για βελτιωμένες γαλακτοπαραγωγικές φυλές.
Η διατροφή των αιγών στη χώρα μας βασίζεται σε μεγάλο ποσοστό στην βοσκή. Οι βοσκότοποι της χώρας μας παρέχουν θρεπτικές ουσίες μόνο κατά τη διάρκεια της Άνοιξης (Μάρτιο-Μάιο) και λιγότερο στις αρχές του καλοκαιριού, ενώ κατά τη διάρκεια των υπόλοιπων θερινών μηνών (Ιούλιο-Αύγουστο) και κατά το μεγαλύτερο διάστημα του φθινοπώρου η βοσκήσιμη ύλη είναι πολύ περιορισμένη (λόγω κλιματικών συνθηκών).

Οι κρίσιμες αναπαραγωγικές και παραγωγικές φάσεις των αιγοπροβάτων δεν συμπίπτουν με την εποχή της μέγιστης παραγωγής της βοσκήσιμης ύλης. Οι κρίσιμες περίοδοι αναπαραγωγικού και παραγωγικού κύκλου των αιγών που απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή ως προς την διατροφή είναι:

  1. Η περίοδος των οχειών
  2. Η περίοδος της κυοφορίας και ιδιαίτερα ο τελευταίος μήνας
  3. Η εναρκτήρια φάση της γαλακτοπαραγωγής.

Η περίοδος των οχειών, στις περισσότερες περιπτώσεις συμπίπτει χρονικά με την πιο θερμή εποχή του έτους (καλοκαίρι). Η διατροφή κατά την περίοδο αυτή βασίζεται αποκλειστικά στην βοσκή με αποτέλεσμα να μην καλύπτονται οι ανάγκες των ζώων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα ζώα να φτάνουν στην οχεία σε κακή θρεπτική οπότε παρατηρούνται μειωμένα ποσοστά συλλήψεων.Για να επιτευχθεί υψηλό ποσοστό συλλήψεων καθώς, και μεγάλη συγκέντρωση τοκετών σε σύντομο χρονικό διάστημα, είναι επιτακτική η ανάγκη χορήγησης συμπληρωματικής διατροφής για την θρεπτική τόνωση των ζώων για χρονικό διάστημα πέντε εβδομάδων, δηλαδή τρεις εβδομάδες πριν και δυο εβδομάδες μετά την εισαγωγή των αρσενικών στο κοπάδι.
Η διατροφή των αιγών κατά την περίοδο της κυοφορίας χωρίζεται σε τρεις φάσεις:

  1. Η 1η φάση συμπίπτει με την αρχή της εγκυμοσύνης (πρώτες 3-4 εβδομάδες), όπου η επιβίωση του εμβρύου συνδέεται με την θρεπτική κατάσταση του ζώου. Η ικανοποίηση των θρεπτικών αναγκών και ιδιαίτερα αυτή σε βιταμίνες είναι πολύ σημαντική γιατί περιορίζει την εμβρυϊκή θνησιμότητα.
  2. Κατά την 2η φάση, που συμπίπτει χρονικά από την 5η – 15η εβδομάδα, εάν τα ζώα βρίσκονται σε καλή θρεπτική κατάσταση η ανάπτυξη του εμβρύου δεν επηρεάζεται από την διατροφή ακόμα και εάν αυτή είναι ελλειμματική.
  3. Και η 3η φάση η πιο κρίσιμη περίοδος από πλευράς διατροφής για τις αίγες είναι το τελευταίο στάδιο της κυοφορίας . Στη διάρκεια των τελευταίων 30 -40 ημερών πριν τη γέννα, η μήτρα με τα έμβρυα μεγαλώνουν πάρα πολύ μέσα στη κοιλιά του ζώου, ιδιαίτερα αν υπάρχει πολυδυμία . Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο χώρος του στομάχου να περιορίζεται σημαντικά και να μικραίνει. Όμως οι ανάγκες του ζώου την ίδια περίοδο, τόσο για να θρέψει τα ερίφια στη μήτρα όσο και για να διαμορφώσει το μαστό του, αυξάνονται πάρα πολύ. Το μικρό στομάχι πρέπει να πάρει πλουσιότερες τροφές “πολυτελείας” σε μικρές ποσότητες.

Είναι καθοριστικό για τη ποιότητα του πρωτογάλακτος και την επιβίωση των νεογέννητων εριφίων, η μάννα να τρώει σωστά και ισορροπημένα ιδιαίτερα μέσα στον χειμώνα. Είναι η περίοδος όπου μπαίνουν τα θεμέλια της γαλακτοπαραγωγής που ακολουθεί.
Το τάισμα ανά ημέρα που ταιριάζει καλύτερα στη περίοδο αυτή είναι :
1. 1- 1,5 κιλό σανός τριφυλλιού ή βρώμης, πλούσιος σε φύλλα και ψιλοκάλαμος (άριστη ποιότητα) μοιρασμένο σε δύο δώσεις ανάλογα με το βάρος της αίγας και την αναμενόμενη πολυδιμία.1.200 έως 1.500 γρ. συμπυκνωμένης τροφής (μίγμα) πρωί – βράδυ μοιρασμένο σε δύο δώσεις. Το μίγμα γαλακτοπαραγωγής πρέπει να είναι οπωσδήποτε εμπλουτισμένο με βιταμίνες και μέταλλα και να φτιάχνεται από ποικιλία ζωοτροφών.Δεν πρέπει να λείψει ούτε ένα γεύμα αυτή την περίοδο αφού παραμονεύει ο κίνδυνος της τοξιναιμίας εγκυμοσύνης.

Κατά την περίοδο της γαλακτοπαραγωγής, εκτός των αναγκών συντήρησης τα ζώα έχουν επιπρόσθετες ανάγκες κυρίως σε ενέργεια και πρωτεΐνη για την παραγωγή γάλακτος. Στις αίγες το μέγιστο ύψος γαλακτοπαραγωγής παρατηρείται κατά την 4η εβδομάδα μετά των τοκετό για ένα χρονικό διάστημα(120 ημερών) και σταδιακά αρχίζει να μειώνεται μέχρι την περίοδο των οχειών, όπου πρακτικά το άρμεγμα διακόπτεται. Όταν η χορηγούμενη ποσότητα τροφής δεν είναι επαρκής κατά την περίοδο της γαλακτοπαραγωγής, τότε τα ζώα καταναλίσκουν σωματικά ενεργειακά αποθέματα με αποτέλεσμα την απώλεια βάρους. Η απώλεια του σωματικού βάρους κατά την περίοδο αυτή είναι μια φυσιολογική λειτουργία χωρίς δυσμενείς επιδράσεις στη υγεία των ζώων. Κατά την περίοδο αυτή η συνήθης πρακτική που ακολουθείτε είναι η χορήγηση προστατευμένου λίπους μέσω των μιγμάτων που προορίζονται προς κατανάλωση για να αυξηθεί η ποσότητα του γάλακτος και για την αύξηση των λιπαρών του γάλακτος.

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΑΙΓΩΝ ΜΕ ΝΙΦΑΔΕΣ
Οι νιφάδες δημητριακών είναι μια ειδική μορφή (μορφή φυλλιδίων πάχους), που παράγονται μετά από ειδική επεξεργασία. Τα κυρίως στάδια της επεξεργασίας αυτής των καρπών είναι ο βρασμός (με την επίδραση ατμού) και η συμπίεση (σύνθλιψη) ώστε να πάρουν μορφή νιφάδων. Εκείνο όμως που έχει σημασία δεν είναι η μορφή που παίρνουν οι καρποί των δημητριακών, αλλά οι ΝΕΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ, τα καινούρια χαρακτηριστικά που αποκτούν μετά την επίδραση της όλης επεξεργασίας.

Έτσι οι σπόροι των δημητριακών αποκτούν:

  • Ευχάριστη γεύση
  • Αφομοιωσιμότητα αμύλου πολύ μεγαλύτερη
  • Πεπτικότητα αμύλου ως 100%
  • Αύξηση πορώδους και επιφάνειας όγκου

Η διατροφή με τις εύπεπτες νιφαδοποιημένες τροφές έχει τα πιο κάτω αποτελέσματα (πλεονεκτήματα):

  • Τελειότερη λειτουργία του πεπτικού συστήματος
  • Καλύτερη χρησιμοποίηση (από το πεπτικό σύστημα – ευκολότερη πέψη λόγω μη καταπονήσεως του) αχύρων και σανών
  • Μικρότερη κατανάλωση δημητριακών και γενικά τροφής (γρήγορος χορτασμός)
  • Σταθερή γαλακτοπαραγωγή ακόμη και μετά από 5-6 μήνες γαλακτοφορίας
  • Κανονική και σταθερή θερμοκρασία σώματος
  • Καλύτερη ποιότητα και μεγαλύτερη ποσότητα γάλακτος (υψηλότερη περιεκτικότητα σε λίπος και παραγωγή τυριών ποιότητας)

Επιμέλεια: Δρ. Παναγιώτης Γούλας, καθηγητής Ζωοτεχνίας